Κυριακή 29 Μαΐου 2016

Μισούσε τα έντομα

Τον βάραινε όμως

 
Τόση μοναξιά


Που επέτρεψε σε μια

 
Παλιόμυγα


Να περιφέρεται ελεύθερα


Στο σπίτι

Δεν είμαι ποιητής


Δεν είμαι ποιητής
Τον πόνο μου ήθελα να πω
Μ' αφού δεν ακούτε τον γκιώνη

Τις νύχτες παριστάνω τ' αηδόνι

Δεν ειμαι ζητιάνος



Ίσως να μην αξίζω την αγάπη

αλλά το ντενεκεδάκι της ψυχής μου


είναι για να ξεδιψώ


στις φιλόξενες βρύσες


που προσμένουν διαβάτες


σε πέρασμα



κι όχι για της πικρής σας

ελεημοσύνης

το κέρασμα

Αλέξανδρος Βαναργιώτης

Τετάρτη 25 Μαΐου 2016

Ανακεφαλαίωση



Δείτε τους θλιμμένους
Εντρυφήστε
Μια ζωντανή
υπόμνηση είναι
πως κολυμπούμε
σε θάλασσες οδύνης

Μην σας τρομάζουν
οι ποιητές
Μελετήστε
Μετεκπαιδευμένοι
σε Πρέβεζες
Δρομοκαΐτεια
και Σανατόρια
μένουν πολλές
ώρες στο βυθό
Έχουν ανέλθει
στο επίπεδο
του «περίλυπος»

Δυστυχώς
αδυνατώ να σας διαφωτίσω
για την κατηγορία
«έως θανάτου»
Σας παραπέμπω γι’ αυτό
στην
υπάρχουσα
βιβλιογραφία
«Βιζυηνός
Καρυωτάκης
Πολυδούρη
Λαπαθιώτης
Παπανικολάου
Γώγου
Λάγιος κ.α»
Για περαιτέρω απευθυνθείτε
σε πιο εξειδικευμένους

Α.Β

Επιστρέφουμε στη θλίψη


Έπρεπε να μείνουμε πάνω
γιατί δεν είμαστε ψάρια
να πούμε αύριο πως δεν ξέραμε
Έπρεπε να μείνουμε
να συγκρατήσουμε
αυτούς που θεωρούν
τα μακροβούτια λύση
-Το κράτημα της
αναπνοής
έχει στάδια
και προϋποθέσεις-
Έπρεπε να μείνουμε
Σε γιορτές και σε λύπες
οφείλουμε να παριστάμεθα
έστω και εθιμοτυπικά
έστω σε μία γωνία
Έπρεπε να μείνουμε
για να καταθέσουμε
την μαρτυρία μας
για τους πνιγμένους
Για να μην επιτρέψουμε
στη δειλία
να καλύψει
ως σαρκασμός
το πρόσωπό μας
και χάσουμε
των βυθών τη θέα
Τώρα
που δεν υφίσταται πλέον λόγος
επιστρέφουμε στη θλίψη
Εκεί που χωράμε ολόκληροι
που συνομιλούμε
με τους κεκοιμημένους
που η αρμύρα
είναι θρέψη
κι όχι γαργάρα
Επιστρέφουμε στη θλίψη
για να περισώσουμε
καναδυό όνειρα
που κρύψαμε μέσα μας
Κατ’ άλλους βέβαια
επιστρέφουμε
απλώς
στην κοσμάρα μας

ΑΒ

Τρίτη 24 Μαΐου 2016

Σε περίμενα
εκείνο το φθινόπωρο
Αργούσες και σκάλιζα
σ' ένα κορμό
ανάμεσα σε καρδιές
και ονόματα
τ' όνομά σου
Σκάλιζα
με την απελπισία
που οι φυλακισμένοι
γράφουν στον τοίχο
"αύριο"
Όσο αργούσες
τόσο έσκαβα βαθύτερα
την πληγή
Έπεφταν πάνω μου
κίτρινα φύλλα
"Το δέντρο δακρύζει"
σκέφτηκα
Ίσως όμως πάλι
να μην δάκρυζε
Απλώς γνώριζε από πριν
πώς δεν θα 'ρθεις
γιατί στην αγάπη
μόνο πηγαίνεις
Ήξερε επίσης καλά
με τόσα στίγματα
ματαιότητας πάνω του
πως
η αγάπη δεν έχει
ονόματα
μονάχα πρόσωπα
μονάχα πρόσωπα
χαμένα στο πλήθος


Α. Βαναργιώτης


Χιλιάδες όνειρα
μες στα απόνερα
της ουτοπίας
ΑΒ

Δευτέρα 23 Μαΐου 2016

α΄

Τις νύχτες

πού όλα ησυχάζουν

ακούγονται 

οι αναστεναγμοί

του Ληθαίου
β΄

Σαν σκουλαρίκι αργυρό
που έπεσε απ' τ' αυτί

πανέμορφης κόρης

η ημισέληνος

μοιάζει
γ΄
Στον Καραβόπορο

κάτω απ' τη γέφυρα

τραγουδά το ποτάμι

Πάνω

σαν σκύλος

αγριεμένος

αλυχτά

η λεωφόρος
Α.Β

Ελένη

Τα χρόνια που έζησα

καμιά Ελένη της Τροίας

δεν γνώρισα


Μόνο Ελένες του σταυρού


του σταυρού και της αγάπης


Α.Β

Σάββατο 7 Μαΐου 2016

Οι τσέπες


Κρύβω συχνά
τα μακριά μου χέρια
στις τσέπες
Κάποτε ήταν άδειες
Έβραζε όμως
κάτω από το λεπτό τους
ύφασμα
γεμάτο σφρίγος
το σώμα μου
Τώρα γεμάτες αποδείξεις
και κέρματα
βαραίνουν και σκίζονται
Κι αναρριγώ
στην ψαύση
των χεριών
στην κρύα κι ανόρεχτη
σάρκα
τη σάρκα μου
Αλέξανδρος Βαναργιώτης

Τετάρτη 4 Μαΐου 2016

Εξακολουθώ να υπάρχω

Εξακολουθώ να υπάρχω
γιατί μερικές φορές μες στα στενά
μου γνέφουν ακόμη απλωμένες μπουγάδες
Μπορώ έτσι να ονειρεύομαι
τον καιρό που δεν μας είχε
η ζωή προσπεράσει
Μας προσπέρασε η ζωή
όπως τότε που άργησε
η μητέρα να 'ρθεί
και βλέπαμε από μακριά να φεύγει
το λεωφορείο που θα μας πήγαινε
για το καλοκαιρινό μπάνιο
Έσπασε το φράγμα του χρόνου
κι η μνήμη πλημμύρισε
πάνω απ' το αύριο
Δεν μεριμνήσαμε
επαρκώς
για μια βάρκα, μια σχεδία
ή ένα σωσίβιο
Δεν μεριμνήσαμε
επαρκώς
Από τώρα και στο εξής
θα παλεύουμε
γυμνοί με τα κύματα.
Αλέξανδρος Βαναργιώτης

Κυριακή 1 Μαΐου 2016

Κατά της Λήθης


Να κάθεσαι στις όχθες του Ληθαίου
του ετέρου ποταμού περί την Τρίκκην
και να κοιτάς την πόλη να κυλάει
στο κάστρο του Ιουστινιανού,
στις ντάπιες, στο Βαρούσι
και στο τζαμί του Σαχ Οσμάν
με του Σινάν την τέχνη
Να κάθεσαι στις όχθες του Ληθαίου
και ν’ αφουγκράζεσαι τ’ Ασκληπιού την πόλη,
του Σακαφλιά, του Βίρβου, του Τσιτσάνη
στην κεντρική τη γέφυρα, την τοξωτή, των Γάλλων
από το χθες στο σήμερα μαριόλα να περνάει
Αλέξανδρος Βαναργιώτης
Όλο Πάσχα θυμόμουν
μικρός
όλο Πάσχα κι Ανάσταση
στο χωριό, στο Δομοκό
σε πλατείες στα Τρίκαλα
Τώρα που βαθαίνουν
τα χρόνια
απ' τις μνήμες
ανασύρω
συχνότερα
Γολγοθά
Μ' επισκέπτεται
συχνότερα
η σταύρωση
ΑΒ
Πέραν του χειμάρρου των κέδρων
όπου ήν κήπος...
Έρχεται μετά φανών και λαμπάδων...
Και κατεφίλησεν αυτόν...
Ως φαίνεται
η προδοσία
προτιμά τα ωραία
μέρη
τις όμορφες λέξεις
Υποκρίνεται φως
κι ενδύεται
την τελετουργία
της αγάπης
ΑΒ
Κι όταν έρθουν
να μας ρωτήσουν
ποιοι είμαστε
εμείς εσένα
θα δείξουμε, Κύριε
Κι όταν ρωτήσουν
ποιοι είναι οι γονείς
και τα παιδιά μας
εμείς πάλι εσένα
θα δείξουμε, Κύριε
Δεν έχουμε άλλη
γλώσσα
παρά εσένα, Κύριε
Δεν έχουμε άλλα
διαπιστευτήρια
πέρα από τις πληγές
της αγάπης
Δεν έχουμε άλλα
νοήματα
πέρα από την
Ανάσταση
Α.Β
Είναι η μόνη μέρα
που τολμάμε
να σ' αγγίξουμε, Κύριε
Η μόνη μέρα που δειλά
σε σηκώνουμε στους ώμους
Ξέρουμε πια ότι καταλαβαίνεις
τη φρίκη της θνητότητας
την οδύνη και την ταπείνωση
της πονεμένης σάρκας
Κι όταν είπες εκείνο το
ει δυνατόν παρελθέτω απ' εμού
πόσο δικό μας
σε νιώσαμε, Κύριε
πόσο έναν από μας
Α.Β