Κυριακή 16 Μαρτίου 2014

Χαρταετός





Ο παιδικός μου χαρταετός
μπλέχτηκε στο σκοινί 
του ήλιου
Από τότε προσπαθώ
να τον ξεμπλέξω
αλλά έχει πλέον
τόσο φως
που βγαίνω και
τον κοιτώ
τα λυπημένα μου
βράδια

Αλέξανδρος Βαναργιώτης

Ευξώμεθα



Να βρέξει, Θεέ μου 
ένα φως
μελίρρυτο
δοξαστικό
πάνω στις λύπες
Που ν' απαυγάζει
όλα τα πώς
και τα κρυμμένα
σ' αγαπώ
που δεν μου είπες

Αλέξανδρος Βαναργιώτης
Να με φοβάστε
αν έρχεστ' απ' την Τροία
αν μέσα σας νιώθετε νικητές
Του Ναύπλιου προσμένει
η φρυκτωρία
Φωτιά όποιος έβαλε
καίγεται με φωτιές
Στ' ακρόπρωρα ήσυχοι
μην κοιμάστε

Να τρέμετε
χωρίς τον Αχιλλέα
όλοι οι φίλοι
του αδίσταχτου Ατρείδη
Θα έχετε τον πόνο
του Πηλέα
Μια Κλυταιμνήστρα ακονίζει
το κοπίδι
και του Αίαντα η σπάθη
επικρέμεται

Αλέξανδρος Βαναργιώτης
Έρχεται κάθε τόσο
η φωτιά
Γυμνώνει
καθαρίζει
αποτεφρώνει
Όταν περάσει
μες στις στάχτες μου
βλέπω τα μάτια σου
να με κοιτούν ακόμη

Αλέξανδρος Βαναργιώτης
Είμαι φυτό της ερήμου
Δυο σταγόνες νερό
κι ανθίζω
Δεν με φοβίζει
η ξηρασία
ούτε η σκόνη κι η άμμος
Μόνο ο άνεμος
με θλίβει
που περνά ουρλιάζοντας
μ' αβάσταχτο παράπονο
Και δεν ξέρω
ποιο το παράπονο
Και δεν ξέρω
ποιος πόνος
τον γύμνωσε

Αλέξανδρος Βαναργιώτης

Μάρτης



Δεν ήταν απλώς ένα παιδί
που κρύωνε
Ήταν ένα παιδί που κρύωνε
και φορούσε δυο φθαρμένα 
αθλητικά παπούτσια
και ένα λεπτό καλοκαιρινό
μπουφάν
Ένα παιδί 
που δεν είχε σπίτι πιο ζεστό
από την πολύβουη πλατεία
ούτε μια αγκαλιά αντίρροπη
στην αδιαφορία των ξένων
Ήταν ένα παιδί
αθώο σαν λόγχη
με μια ασπροκόκκινη κλωστή
στο χέρι
για να μην το κάψει ο Μάρτης

Αλέξανδρος Βαναργιώτης

Μονάχα οι βράχοι

















Μονάχα οι βράχοι 
αντιστέκονται στ' αλήθεια
Δεν ξέρουν τη διπλωματία των δέντρων
Δεν έχουν την ευελιξία της βάρκας
Της άμμου που μαζεύεται κι απλώνει
Γυμνοί, περήφανοι και μόνοι
στέκουν στο χρόνο και στην ιστορία
Δεν τους βαραίνει ούτε μια αμαρτία
ερημητήρια γι' αλμύρα και για σκόνη
Κοίταξα μέσα τους, ομολογώ, με ζήλεια
παντού η ίδια γύμνια και το ψύχος
ούτε μια φλέβα, ένα ρίγος
ένας χτύπος
ή ένα θρόισμα να πεις πως ζουν ακόμη
Ίσως εν τέλει
τόση αντίσταση σκοτώνει

Αλέξανδρος Βαναργιώτης
Φωτογραφία: Ένα σμάρι πουλιά στο μέτωπό σου
τα όνειρα που δεν έχουν πετάξει

Αλέξανδρος Βαναργιώτης

Ένα σμάρι πουλιά στο μέτωπό σου
τα όνειρα που δεν έχουν πετάξει

Αλέξανδρος Βαναργιώτης

Δευτέρα 3 Μαρτίου 2014



Πεθαίνει η νύχτα
το πρωί
τον ήλιο να γεννήσει
Κι ο σπόρος λιώνει
στη φθορά
ν' αναστηθεί το δέντρο
Τόσο κομμάτιασμα ψυχής
τόσο θανάτου μένος
θα φέρει κάποια άνοιξη;
Θ' ανθίσει ένα λουλούδι;

Αλέξανδρος Βαναργιώτης

Τότε που...



Μοιάζαμε
Πολύ μοιάζαμε
όπως οι φύτρες
των φυτών
και οι σταγόνες της βροχής
Τόσο αθώα η χαρά μας
και η λαχτάρα για παιχνίδι
Τόσο ευάλωτοι στο μάλωμα
Τόσο μαθημένοι να σκύβουμε
από ντροπή το κεφάλι
Μοιάζαμε
Πολύ μοιάζαμε
Κάποιοι μας έλεγαν αδέρφια
Ταξιδεύαμε διαρκώς στην αγάπη
Τότε που δεν ήμασταν ακόμη
άντρας και γυναίκα
Που δεν είχαμε γίνει
εγώ κι εσύ
Πριν αρχίσουμε
να φοράμε τις
μάσκες

Αλέξανδρος Βαναργιώτης