Ένα τριάρι
κληρονομιά απ' τους γονείς
τα σύνορά μου
Κάποτε κατοικούσα
το σπίτι
Στο σαλόνι είχα γραφείο
Το μικρό δωμάτιο
ήταν φιλοξενίας
Τώρα μου φτάνει
ένας χώρος
Ψυχρό έχει γίνει το σαλόνι
γεμάτο σκόνη το γραφείο
και επισκέψεις έχω χρόνια
να δεχθώ
Εκείνον τον μικρό ξενώνα
τον είχα ολότελα ξεχάσει
μέχρι που τον θυμήθηκε
η βροχή
Όλο και πιο πολύ
ζω στο δωμάτιό μου
Έχει μια ζέστη εκεί
μια ησυχία
Τα βράδια
σαν τα έμβρυα κοιμάμαι
Πολλές φορές ακούω
την καρδιά μου
Όνειρα ημιτελή, ανολοκλήρωτα
γεννιούνται πίσω
απ' τα μισόκλειστα παντζούρια
Μισό φως, μισό σκοτάδι
Λίγη θλίψη, λίγη χαρά
Άλλωστε
το πολύ φως είναι σκληρό
για τους φυλακισμένους
Το καθόλου πάλι σε ζωντανούς
δεν ταιριάζει
Κάποτε κατοικούσα το σπίτι
Τώρα σαν σαλιγκάρι το κουβαλώ
στα μακρινά ταξίδια της μοναξιάς μου
Αλέξανδρος Βαναργιώτης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου