Το τείχος
Με κάθε χτύπημα
στο τείχος
άνοιγε στην ψυχή σου
ένα πέρασμα.
Από κει ανεξέλεγκτα
χύνονταν παιδικές φωνές,
καλοκαίρια στη θάλασσα,
χάδια, φιλιά,
μυστικά και γέλια,
αρώματα άνοιξης,
συμπιεσμένα σε άλμπουμ,
σχολικά εξώφυλλα
και χοντρά φοιτητικά βιβλία.
Όσο γκρέμιζες,
πεταλούδες και λουλούδια
γέμιζαν το δωμάτιο.
Ποια προστακτική
σ΄ άρπαξε κάποτε
και σ’ έφερε
σ’ αυτή την άνυδρη έρημο;
Ποια ανάγκη
μετέτρεψε τη ζωή
σε ευθύνη;
Ποιο πειστικό στόμα
ξεστόμισε
«πρέπει να γίνεις άντρας»,
και σ’ έσπρωξε πίσω
από το μεγάλο τείχος
του θανάτου;