Κυριακή 24 Φεβρουαρίου 2019

Το τείχος

Το τείχος

Με κάθε χτύπημα
στο τείχος
άνοιγε στην ψυχή σου
ένα πέρασμα.
Από κει ανεξέλεγκτα
χύνονταν παιδικές φωνές,
καλοκαίρια στη θάλασσα,
χάδια, φιλιά,
μυστικά και γέλια,
αρώματα άνοιξης,
συμπιεσμένα σε άλμπουμ,
σχολικά εξώφυλλα
και  χοντρά φοιτητικά βιβλία.
Όσο γκρέμιζες,
πεταλούδες και λουλούδια
γέμιζαν το δωμάτιο.
Ποια προστακτική
σ΄ άρπαξε κάποτε
και σ’ έφερε
σ’ αυτή την άνυδρη έρημο;
Ποια ανάγκη
μετέτρεψε τη ζωή
σε ευθύνη;
Ποιο πειστικό στόμα
 ξεστόμισε
«πρέπει να γίνεις άντρας»,
και σ’ έσπρωξε πίσω
από το μεγάλο τείχος
του θανάτου;

Δευτέρα 31 Δεκεμβρίου 2018

Παραμονές πρωτοχρονιάς

Παραμονές πρωτοχρονιάς
Είδα τη μάνα
σε μιαν άδεια ακρογιαλιά
Απρίλης ήταν, περπατούσαμε μαζί
Τ’ απόγευμα τη μάλωσα
«Δεν ήρθες να μ’ επισκεφτείς
Λίγο να μάθω πώς περνάς
Πάει πολύς καιρός
που σ’ όνειρο δεν σ’ είδα»
Είχε έναν ήλιο δυνατό
Ζεστή η θάλασσα
μα ένας ποταμός
με λάσπη θόλωνε τα ολόχρυσα
νερά
Της είπα
«Στα νερά θα μπω
Πολύ μου αρέσει η θάλασσα
ζεστός αν είν’ Απρίλης»
Έγνεψε εκείνη τρυφερά
με χάιδεψε η ματιά της
«Πρόσεχε» είπε «μην πνιγείς,
βαθιά πολύ και σκοτεινά
είν’ τα νερά της μνήμης»
Μετά μου λέει κάποια στιγμή,
«Φεύγω, δεν είμαι για πολλά».
Κι ύστερα στάθηκε ξανά
και με το χέρι από μακριά
με χαιρετούσε
ΑΒ

Οι σκουπιδιάρες

Οι σκουπιδιάρες
Περνούν τα χαράματα
που οι μνήμες μας γέρνουν
του χρόνου αδυσώπητες
βαριές σκουπιδιάρες
Σηκώνουν αλύπητα τους κάδους
και παίρνουν
το χθες μας, τη νιότη μας
το σφρίγος, τις χάρες
Κι εμείς έναν ύπνο
ανήσυχο κάνουμε
που λες πως τα νιώθουμε
εκείνα που χάνουμε
Περνούνε αθόρυβα
περνούνε και πάνε
για κει που όσα έφυγαν
ποτέ δεν γυρνάνε
ΑΒ

Σάββατο 22 Δεκεμβρίου 2018

Εμείς όλο αναβάλλαμε
κείνο το τηλεφώνημα
να μάθουμε τι κάνεις
για τις γιορτές "χρόνια πολλά"
να πούμε και "να ζήσεις"
Κι εσύ
σαν πάντα βιαστική
-πού χρόνος για να χάνεις-
έφυγες δίχως ένα "γειά"
λες κι απ' τη γη στον ουρανό
δεν είχε άλλες πτήσεις
ΑΒ
Με τρόμαζε το βάθος
της θάλασσας
μέχρι που αντιλήφθηκα
πόσο βαθύ είναι το δάκρυ
Μ' εντυπωσίαζε
το ύψος των βουνών
μέχρι που συνειδητοποίησα
το ύψος του πόνου
Ακόμα νιώθω δέος
εμπρός στην απεραντοσύνη
του ουρανού
χωρίς όμως να αισθάνομαι την έκσταση που μου γεννά το εύρος μιας ψυχής
ΑΒ

Κυριακή 11 Νοεμβρίου 2018

Περίεργο, σκέφτηκα
Δεν είναι Νοέμβρης αυτός
με τόση ζέστα
Μάλλον ξεχαστήκαμε
σε κάποιο όνειρο καλοκαιριού
Θα μας συνεφέρει ξαφνικά
μια βίαιη πνοή βοριά
που θα σύρει στα πόδια μας
ξεθωριασμένες αφίσες παραλίας
σαν κηδειόσημα ξεγνοιασιάς
ή το απογοητευμένο βλέμμα
ενός πρόσφυγα
που θα περνά δίπλα μας
σφίγγοντας τα δόντια και το παλτό του
Δεν είναι Νοέμβρης αυτός
σκέφτηκα
Τέτοιος καιρός ταιριάζει σε ηφαίστεια
που εκρήγνυνται,
σε χώρες που ξεσπούν επαναστάσεις
Κι αυτή η έντονη μυρωδιά
της αποσύνθεσης
δεν είναι
από το φτωχό αδέσποτο
που χθες ξεψύχησε
στο δρόμο
Κλείνω τα παράθυρα,
τις συσκευές
και πάω να καθίσω
κάτω από ένα δέντρο
που ματώνει
ΑΒ

Τραγούδια να περνούν οι μέρες


Είσαι μια θάλασσα
στου ουρανού την άκρη
μα ένα φθινόπωρο
τα μέσα σου βουρκώνει
Πού να αρχίζει ο καημός
και πού να τελειώνει
Απ’ τη ζωή ως το θάνατο
γλιστράμε σ’ ένα δάκρυ
Είσαι ένα κύμα
που υψώθηκε κι αφρίζει
Στη ράχη σου βοριάς
πήδησε και καλπάζει
Τρέμουν τα σαπιοκάραβα
και το σκαρί τους τρίζει
μα ο ουρανός π' αγάπησες
σκύβει και σ' αγκαλιάζει
Ανθίζει τότ' η θλίψη σου
Καρπίζει η οδύνη
Εξημερώνετ' ο βοριάς
κι έρχεται η γαλήνη.
Α.Β